Κατά την περίοδο της Επανάστασης δεν υπήρχε οργανωμένη επιμελητεία για την περίθαλψη των πληγωμένων αγωνιστών. Ήταν φρικτά τα «μαρτύρια» τους στα πεδία των μαχών. Η επιβίωση τους τις περισσότερες φορές ήταν θέμα τύχης. Μεγάλες ήταν οι ελλείψεις ιατρικού προσωπικού, εργαλείων και του αναγκαίου ιατροφαρμακευτικού υλικού. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Ιωάννη Φιλήμονα στο θέμα αυτό:
«Ελλείποντος οίουδήτινος νοσοκομείου στρατιωτικού, οι τραυματίαι και ασθενείς παρεπέμποντο εις τας οικίας αυτών, ή εις την πλησιεστέραν πόλιν, ή μονήν ή χωρίον. Άλλως, οι στρατιώται ενοσοκόμουν τούτους, τυγχάνοντας αλλοδαπούς μάλιστα, όπου και όπως ήδύναντο. Γραία δε τις, ή κουρεύς, ή μοναχός, ή εμπειρικός επεσκέπτοντο αυτούς, πολλάκις στερούμενοι και αυτών των προχειρότερων οργάνων και μέσων οίον μήλης ή φλεβοτόμου, αλοιφής ή κηρωτής, τιλτού και των τοιούτων [...] Σπανιώτατοι ήσαν, και περιοδικοί ανεφαίνοντο, επιστήμονες ιατροί, άνθ’ ών οφείλομεν ειπείν, εμπειρικοί τινές χειρούργοι [...], παρά τούτους δε και τινές μυστηριώδη τινά κατά παράδοσιν γνωρίζοντες φάρμακα εκ χόρτων και άλλων συνθέσεων, κατά πολύ ωφέλιμοι εγίνοντο».
Κατά την καποδιστριακή περίοδο καταβάλλονται προσπάθειες και για τη βελτίωση της φαρμακοποιίας. Αν και το ιατρικό επάγγελμα επηρεάστηκε από τις επιστημονικές επιτεύξεις και ο εμπειρικός βοτανιστής αρχίζει να γίνεται φαρμακοποιός, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη βρίσκεται σε νηπιακή κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι επαφίεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία όχι μόνο η παρασκευή φαρμακευτικών σκευασμάτων για την προάσπιση της δημόσιας υγείας αλλά και η εκπαίδευση όσων ενδιαφέρονται να ασκήσουν «την φαρμακευτικήν τέχνην». Ο Ιωάννης Καποδίστριας, ως Κυβερνήτης και ιατρός, αποβλέποντας στην πρόληψη των ασθενειών που μάστιζαν τους κατοίκους της χώρας και γενικότερα στη βελτίωση της δημόσιας υγείας, φρόντισε για την εκπαίδευση τροφίμων του Ορφανοτροφείου της Αίγινας σε σχετικά επαγγέλματα.
Ήδη το 1830 ένας υπότροφος εκπαιδεύεται στη φαρμακευτική τέχνη « εις το φαρμακοπωλείον εν ‘Ύδρα». Το Μάρτιο του 1831 παραχωρήθηκαν επίσης στον Ιταλό γιατρό Γεώργιο Αλμπέρτη, «έμπειρον περί την εμβολίασιν της δαμαλίτιδος», δύο υπότροφοι, για να τους εκπαιδεύσει «εις τήν τέχνην τον κεντρώματος». Καθορίστηκε μάλιστα να δίδονται στον καθένα 60 γρόσια το μήνα για τα έξοδα της τροφής και του ταξιδιού τους. Ο Ανδρέας Μουστοξύδης εξέφρασε την ευχή «οι νέοι ούτοι, αποσπώμενοι τού εκπαιδευτικού των καταστήματος και επιτιθέμενοι νέα βάρη εις τήν Κυβέρνησιν, να κατασταθώσι πότε και προς εαυτούς ιδίως και προς το κοινόν ωφέλιμοι».
Σύσταση «καταστήματος φαρμακοποιίας Ναυπλίο»
Η λειτουργία φαρμακείων είναι γνωστή και κατά την περίοδο του Αγώνα. Ήδη από το 1825 «ηνοίχθησαν και ανοίγονται πολλά φαρμακοπωλεία, των οποίων τα ιατρικά και εις βαρύτατην πωλούνται τιμήν και κακής ποιότητος είναι…».
Για τη σύσταση εργαστηρίων φαρμακοποιίας κατά την καποδιστριακή περίοδο κινήθηκαν Έλληνες και ξένοι επιστήμονες. Έντονο επίσης ενδιαφέρον εκδηλώθηκε από την κυβέρνηση και από ιδιώτες για την εκπαίδευση νέων στη φαρμακευτική επιστήμη.
Πρώτος που ζήτησε άδεια από τον Κυβερνήτη για την ίδρυση εργαστηρίου φαρμακοποιίας και κηροποιΐας στην Ελλάδα ήταν ο Κερκυραίος Νικόλαος Βρακλιώτης, ο οποίος ήταν «ένας από τούς αρχαιότερους φαρμακοποιούς» στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Για την έγκαιρη πραγματοποίηση του στόχου του υπέβαλε σχέδιο του καταστήματος με τον απαραίτητο εξοπλισμό για τη λειτουργία του. Αγνοούμε την έκβαση που είχε η πρόταση του.
Οκτώ μήνες αργότερα, στις 18 Μαΐου 1830, ο επιχειρηματίας Adolphe Mahn, ευρισκόμενος στο Ναύπλιο, υπέβαλε στον Κυβερνήτη ανάλογη αίτηση. Οι προτάσεις του ήταν αξιοπρόσεκτες. Ανελάμβανε τη διεύθυνση των φαρμακείων των δημόσιων νοσοκομείων της πόλης, την παρασκευή των αναγκαίων φαρμάκων σ’ αυτά, την εκτέλεση συνταγών σε ιδιώτες με λογικές τιμές και την παραχώρηση όλων των εργαλείων του εργαστηρίου σε τιμή κόστους. Οι μισθολογικές του απαιτήσεις συμβάδιζαν με τις οικονομικές δυνατότητες της κυβέρνησης. Ιδιαίτερα ελκυστική ήταν η πρόταση του για την εκπαίδευση νέων στη φαρμακοποιία.
Σημειώνουμε ότι τη δημιουργία «εργαστηρίου φαρμακοποιίας» στο Ναύπλιο επεδίωξε και ο Γερμανός χημικός και φαρμακοποιός Σλαάβ κατά την παραμονή του στην πόλη. Ο Κυβερνήτης μάλιστα ενέκρινε την αίτηση του και εξουσιοδότησε το Διοικητή Ναυπλίας να του ενοικιάσει ένα κατάστημα παρά την Πύλη της Ξηράς. Αγνοούμε όμως την εξέλιξη και αυτής της περίπτωσης.
Η μοναδική πρόταση για σύσταση φαρμακείου στο Ναύπλιο που ευοδώθηκε με σκοπό την κάλυψη των αναγκών της πόλης και την εκπαίδευση νέων στη φαρμακευτική τέχνη είναι του Νικόλαου Ζαβιτσιάνου. Με αίτηση που υπέβαλε στην κυβέρνηση στις 13 Σεπτεμβρίου 1830 έκανε τις ακόλουθες προτάσεις:
Ζητούσε να διοριστεί φαρμακοποιός στο Κεντρικό Φαρμακείο και παράλληλα να διδάξει στους ενδιαφερόμενους τη χημεία, με αντιμισθία ανάλογη των υπηρεσιών του. Ως εναλλακτική λύση πρότεινε να οργανώσει στο Ναύπλιο με έξοδα του φαρμακείο σε οίκημα που θα του χορηγούσε η κυβέρνηση, στο οποίο θα παρασκεύαζε όλα τα φάρμακα για λογαριασμό του. Αντί ενοικίου αναλάμβανε την εκπαίδευση δύο νέων από το Ορφανοτροφείο της Αίγινας στην «φαρμακευτικήν τέχνην» και τη διατροφή τους.
Η κυβέρνηση θεώρησε δελεαστικές τις προτάσεις του Νικόλαου Ζαβιτσιάνου. Για το λόγο αυτό μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, στις 29 Σεπτεμβρίου 1830, έθεσε τους παρακάτω όρους «διά να βάλη» σε πράξη τη σύσταση του φαρμακείου και την εκπαίδευση των υποψηφίων φαρμακοτεχνιτών στο Ναύπλιο:
«Α. Η κυβέρνησις θέλει σάς δώση τον άναγκαίον τόπον εις οικοδομήν Καταστήματος και τα έξοδα της οικοδομής αυτού.
Β. Θέλει αγοράζη τα αναγκαία ιατρικά διά το ορφανοτροφείων, και τα νοσοκομεία τής Κυβερνήσεως από το φαρμοκοποιεΐον.
Γ. Θέλει δώση εις υπηρεσίαν σου εκ των παίδων του Ορφανοτροφείου διά να διδαχθώσι το πρακτικόν της Φαρμακοποιίας.
Δ. Όταν δώσητε απόδειξιν τής περί την τέχνην ικανότητος σας ημπορείτε νά διδάξητε επί μισθώ και το θεωρητικόν μέρος αυτής εις τους προηγμένους μαθητάς του κεντρικού σχολείου, όσοι έχουσιν έφεσιν να διδαχθώσιν την επιστήμην ταύτην.
Ε. Όταν η Κυβέρνησης κρίνη αναγκαίον να συστήση φαρμακοποιεϊον,θέλει αγοράση παρά σου εις την αξίαν τιμήν όλα τα εργαλεία της τέχνης τα οποία θέλετε πρόβλεψη εξ ιδίων σας διά την σύστασιν του εργαστηρίου της χημείας».
Η κυβέρνηση επομένως έκανε δεκτό το αίτημα του Ζαβιτσάνου για τη χορήγηση οικήματος και την αγορά «ιατρικών» από το φαρμακείο του, με απώτερο στόχο την εκπαίδευση υποτρόφων ορφανών στην πρακτική της φαρμακευτικής τέχνης. Σημειώνουμε ότι με τον Δ’ και τον Ε’ όρο του συμφωνητικού δηλώνεται με σαφήνεια το ενδιαφέρον της για την εισαγωγή της φαρμακευτικής επιστήμηςστο Κεντρικό Σχολείο της Αίγινας, όπου οι μαθητευόμενοι θα αποκτούσαν θεωρητική και πρακτική κατάρτιση. Διαπιστώνουμε παράλληλα την πρόθεση της να προχωρήσει στη σύσταση δημόσιου φαρμακείου· ανέβαλε όμως την υλοποίηση του ελπίζοντας να εξασφαλισθούν ευνοϊκότερες προϋποθέσεις στο μέλλον, προφανώς οικονομικές.
Μετά την υπογραφή του συμφωνητικού ο Νικόλαος Ζαβιτσάνος αναχώρησε για την Ευρώπη, όπου παρέμεινε μέχρι το Μάρτιο του 1831. Εκεί προμηθεύτηκε«όλα τα ιατρικά και εργαλεία» για τη σύσταση του φαρμακείου του. Δε διαθέτουμε στοιχεία για τις γνώσεις ή τις σπουδές του. Η μετάβαση του στο εξωτερικό και η πρόταση για διδασκαλία του μαθήματος της χημείας στο Κεντρικό Σχολείο αποκλείουν την εμπειρική γνώση της φαρμακευτικής και συνηγορούν για την υπόθεση προηγούμενων σπουδών του στην Ευρώπη.
Για τη στέγαση του φαρμακείου διατέθηκε με εντολή του Γραμματέα Δημόσιας Παιδείας «εν από τα εθνικά εργαστήρια, κείμενα εις την πόρταν της ξηράς», σε επίκαιρο μέρος του Ναυπλίου. Ο Ζαβιτσάνος διέθεσε για την επισκευή και τον ευπρεπισμό του τρεις χιλιάδες περίπου γρόσια.
Ο Ζαβιτσάνος αμέσως μετά την επιστροφή του από την Ευρώπη (Μάρτιος 1831) ασχολήθηκε με την οργάνωση του φαρμακείου του, το οποίο λειτούργησε μάλλον στις αρχές Μαΐου 1831.
Ταυτόχρονα με την έναρξη λειτουργίας του φαρμακοπωλείου Ναυπλίου, άρχισαν να παρακολουθούν την φαρμακευτική τέχνη δύο τρόφιμοι του Ορφανοτροφείου της Αίγινας. Ο Ζαβιτσάνος συνέχισε να εκπαιδεύει και άλλους τροφίμους και απεδείχτη απόλυτα συνεπής στα όσα είχε συμφωνήσει με την Κυβέρνηση. Κατά αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε η «φαρμακευτική τέχνη» στο Ναύπλιο στα πλαίσια μιας γενικότερης πολιτικής του Καποδίστρια, που είχε ως μακροπρόθεσμο στόχο τη βελτίωση της κοινωνίας.
Αδάμ Γ. Αθουσάκης, «Η εκπαίδευση στην Αργολίδα, Κορινθία και Μεγαρίδα κατά την Καποδιστριακή Περίοδο (1828-1832», Εκδόσεις «Καταγράμμα», Κόρινθος, 2003.
Πηγή: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού