Στην Δημόσια Διοίκηση ο Ιωάννης Καποδίστριας:
- Φρόντισε να έχουν τα Υπουργεία το απολύτως αναγκαίο προσωπικό. Οταν ήρθε ο Καποδίστριας, η Κεντρική Διοίκηση αριθμούσε 7 Υπουργούς και 185 αρχιγραμματείς. Ο αριθμός όλων αυτών μειώθηκε σε 11 γραμματείς και 1 Γενικό Γραμματέα, τον Γραμματέα την Επικρατείας ο οποίος, μαζί με τον Κυβερνήτη, θα προσυπέγραφε τα ψηφίσματα και την αλληλογραφία. Η κακοδαιμονία του Δημοσίου είχε ήδη ριζώσει στον Έλληνα, όπως παρατηρεί ο Καποδίστριας: «Η επανάστασις εγέννησεν ένα σωρόν ανθρώπων αργών, θελόντων να ζώσιν εκ του δημοσίου...»
- Ίδρυσε Γνωμοδοτικό Σώμα ονόματι Πανελλήνιο, το οποίο απαρτιζόταν από 27 άτομα και το οποίο διαιρέθηκε σε τρία τμήματα: το πρώτο είχε αντικείμενο «την Οικονομίαν», το δεύτερο «τη Διοίκηση των Εσωτερικών καθ΄ όλους αυτών τους κλάδους», και το τρίτο «την ωπλισμένη δύναμιν ξηράς και θαλάσσης».
Τα μέλη του Πανελληνίου στελέχωσαν και τα ανωτέρα όργανα που συνεστήθησαν, δηλαδή :
- το Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο ασχολούνταν με τις εξωτερικές υποθέσεις, το εμπόριο και τη ναυτιλία και το οποίο αποτελούνταν από τους πρώτους Γραμματείς των τριών τμημάτων του Πανελληνίου, από τον επί των εξωτερικών Γραμματέα της Κυβέρνησης και τον Γραμματέα της Επικρατείας. Πρόεδρος του Συμβουλίου ήταν ο Κυβερνήτης.
- το Πολεμικό Συμβούλιο, το οποίο ησχολείτο με τις πολεμικές εργασίες και το στρατό ξηράς και θαλάσσης. Πρόεδρος του Συμβουλίου ήταν ο Κυβερνήτης.
- και την Εκκλησιαστική Επιτροπή, η οποία ως καθήκον είχε να ενημερώνει τον Κυβερνήτη για την κατάσταση της Εκκλησίας.
Η εκλογή των προσώπων έγινε από καταλόγους προσώπων που συνέταξαν μέλη επιτροπών και η Γερουσία, κατόπιν αιτήσεως του Καποδίστρια, καθώς και από καταλόγους άξιων ανδρών τους οποίους είχαν προτείνει οι Αρχιερείς στην κάθε επαρχία. Μ'αυτόν τον τρόπο προσπάθησε να συμβιβάσει τις φιλοδοξίες, τις ικανότητες και τις ομάδες που ο καθένας εκπροσωπούσε ώστε να πετύχει μια Κυβέρνηση εθνικής ενότητας.
- Ανέλαβε τη Νομοθετική εξουσία με τη σύμπραξη του Πανελληνίου.
- Προχωρώντας στην ίδρυση του Κράτους ίδρυσε ακόμη έξι Υπουργεία:
α) Εσωτερικών, β) Εξωτερικών και Εμπορικού Ναυτικού, γ) Οικονομίας και Εμπορίου, δ) Δικαιοσύνης, ε) Δημοσίου Παιδείας και των Εκκλησιαστικών πραγμάτων και στ) Στρατιωτικών και του Πολεμικού Ναυτικού φροντιστηρίου.
- Ίδρυσε τον οργανισμό του Λογιστικού και Ελεγκτικού Συμβουλίου.
- Προχώρησε σε διοικητική διαίρεση της χώρας σε 13 τμήματα (7 τμήματα στην Πελοπόννησο και 6 τμήματα τα νησιά) φροντίζοντας για την αναδιοργάνωση της επαρχιακής Διοίκησης και διορίζοντας εκτάκτους επιτρόπους, προσωρινούς διοικητές, αστυνόμους, λιμενάρχες και υγειονόμους. Τα τμήματα είχαν επικεφαλής τον διορισμένο από το κράτος Έκτακτο Επίτροπο ή προσωρινό Διοικητή. Τα τμήματα αποτελούνταν από επαρχίες και αυτές με τη σειρά τους διαιρούνταν σε πόλεις, κώμες και χωριά. Στην πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση ανήκαν οι πόλεις, οι κώμες και τα χωριά, ενώ στη δευτεροβάθμια η επαρχιακή δημογεροντία, δηλαδή οι αντιπρόσωποι των κοινοτήτων κάθε επαρχίας. Ο Καποδίστριας προσπάθησε να εντάξει τους κοινοτικούς θεσμούς στον κρατικό μηχανισμό, εφαρμόζοντας σύστημα διοικητικής αποκέντρωσης και όχι τοπικής αυτοδιοίκησης. Το σύστημα αυτό εντάσσεται στην πολιτική του ιδεολογία για περιορισμό των τοπικών δυνάμεων και ενίσχυση της παρουσίας του κράτους. Η δημιουργία αστι κού Εθνικού κράτους θα επιτυγχανόταν με την παράλληλη αποδέσμευση της διοίκησης από τις ισχυρές τοπικές δυνάμεις.
- Απένειμε το δικαίωμα του εκλέγειν σε όλους όσους είχαν συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας τους και φορολογούνταν. Εκλέξιμοι ορίσθηκαν όλοι όσοι είχαν συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας τους.
- Ίδρυσε πολιτειογραφική υπηρεσία (σημ. στατιστική υπηρεσία), διενήργησε την πρώτη απογραφή και συνετάχθη το πρώτο Κτηματολόγιο. Ζήτησε να συνταχθούν πίνακες με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια και να περιέχουν:
- των κατοίκων και την αναλογία τους σε Χριστιανούς και Τούρκους
- αυτών που είχαν κτήματα
- όσων καλλιεργούσαν εθνικές γαίες και δεν κατείχαν δικές τους
Η απογραφή προχώρησε και συγκεντρώθηκαν στοιχεία που αφορούσαν τον:
- αριθμό των επαγγελμάτων των Ελλήνων
- αριθμό και την αξία των πρώην τουρκικών κτημάτων που περιήλθαν στην κυριότητα της Ελληνικής επικράτειας
- αριθμό των υπαρχόντων σχολείων σε κάθε επαρχία
- αριθμό των μαθητών και διδασκάλων σε κάθε σχολείο
- αριθμό των Εκκλησιών και μοναστηριών
- αριθμό των Εκκλησιών ή και εν γένει ιδρυμάτων στο εξωτερικό.
Μαρτυρίες για την απογραφή αυτή υπάρχουν ακόμα και σήμερα σε πολλά χωριά και δήμους. Παρατηρεί εύστοχα ο Νικόλαος Δραγούμης «Δυσκόλως δε θα επίστευέ τις σήμερον, ότι, μεταξύ τοσαύτης και τοιαύτης μερίμνης υπέρ της ασφαλείας προ πάντων της χώρας, εφρόντισε και υπέρ συλλογής των νυν λεγομένων στατιστικών ειδήσεων και περί ηθών και εθίμων, δους αναλόγους οδηγίας προς τους Διοικητάς».
- Ίδρυσε τον Οργανισμό της Εμπορικής Ναυτιλίας και έθεσε σε λειτουργία Υγειονομεία, Λιμεναρχεία και Τελωνεία. Όρισε καθήκοντα λιμεναρχών και υγειονόμων και ρύθμισε τα περί διαμονητηρίων και διαβατηρίων για την παραμονή των αλλοδαπών στην εδαφική επικράτεια της Ελλάδας.
- Στις 24 Σεπτεμβρίου 1828 συστήθηκε το πρώτο Ταχυδρομείο της Χώρας, εκδόθηκε ψήφισμα περί ταχυδρομικής συγκοινωνίας, ενώ αργότερα εκδόθηκε ο ταχυδρομικός κανονισμός. Ιδρύθηκε μία κεντρική διεύθυνση στο Ναύπλιο με έντεκα γραφεία.
Ο ίδιος περιόδευσε σε όλη την Ελλάδα «μεριμνών μόνος περί πάντων» και παρακολουθούσε την εξέλιξη των έργων: «Τελευταίως περιώδευσα επ' αρκετόν χρόνον εις την Δυτικήν Ελλάδα και την Πελοπόννησον και εις μέρος της Ανατολικής Ελλάδος. Θα περιοδεύσω και πάλιν διότι μόνον εφ' όσον βλέπω τα πράγματα και τους ανθρώπους με τους δικούς μου οφθαλμούς, δύναμαι να αποκτήσω εν συνειδήσει ευκρινή έννοιαν της ποιότητος των υποχρεώσεών μου και του λογικωτάτου τρόπου της εκπληρώσεώς των...».
Πήρε μέτρα για τη διαφύλαξη της αρχαίας κληρονομιάς:
-
Ίδρυσε στις 21 Οκτωβρίου 1829 το πρώτο
Εθνικό Μουσείο της Ελλάδος στην Αίγινα για την περισυλλογή των αρχαιοτήτων. Ακόμη ίδρυσε Βιβλιοθήκη, όπου συγκεντρώνονταν βιβλία προερχόμενα από δωρεές Ελλήνων του εξωτερικού καθώς και αυτών που εξέδιδε το Εθνικό Τυπογραφείο. Στα ιδρύματα αυτά υπεύθυνος ήταν ο Ανδρέας Μουστοξύδης. Τα πρώτα αρχαία αντικείμενα του Εθνικού Μουσείου στην Αίγινα ήταν από διάφορα σημεία της απελευθερωμένης Ελλάδας (τα περισσότερα από τη Ρήνεια - το νεκροταφείο της Δήλου) καθώς και αυτά που βρέθηκαν κατά την ανασκαφή των θεμελίων του Ορφανοτροφείου και κατά την κατασκευή της παραλιακής οδού της Αιγίνης.
- Πρότεινε την ψήφιση αυστηρής νομοθεσίας για τη διαφύλαξη των αρχαιοτήτων.
- Καθιέρωσε αμοιβή για όσους θα παρέδιδαν αρχαιότητες που ανακάλυπταν κατά τη διάρκεια των εκσκαφών σε χωράφια και κτήματα.
- Έλαβε αυστηρά μέτρα καταπολέμησης της λαθραίας εξαγωγής και της κλοπής αρχαιοτήτων από τους ξένους.
Το ζήτημα της διανομής των εθνικών γαιών σε ακτήμονες και η θέσπιση συντάγματος ήταν οξύ και φλέγον. Τα δυο προβλήματα φαίνονται σε εμάς άσχετα μεταξύ τους, αλλά η διορατικότητα του Καποδίστρια τα συνδύασε με τρόπο άρρηκτο. Αξίζει της προσοχής μας η διεξοδικότερη ανάλυση του θέματος και τα συμπεράσματα είναι καταλυτικά για την πορεία του Ελληνικού Εθνους από τότε μέχρι και σήμερα.
Οι Εθνικές Συνελεύσεις είχαν αποφασίσει ότι όλοι οι πολίτες είχαν το δικαίωμα ψήφου άσχετα αν είχαν ή όχι ατομική ιδιοκτησία. Ειδική αναφορά έκανε επί του θέματος ο Καποδίστριας όταν αναφέρθηκε προς την Γερουσία το 1830 και είπε: «Ασχοληθέντες και ημείς οι ίδιοι περί το έργον τούτο, καθώς σας προανηγγέλομεν, επείσθημεν ότι τα συντάγματα του Αστρους, της Επιδαύρου και της Τροιζήνος, δίδοντα το δικαίωμα της ψήφου εις τους πολίτας, όσοι οφείλουν να το ενεργήσουν, δεν προαπαιτούν παρ' αυτών ουδεμίαν ιδιοκτησίαν». Ο Καποδίστριας όμως ο οποίος αγωνίσθηκε να οργανώσει συνταγματικά τη χώρα έθεσε μία αναγκαία προϋπόθεση, την ύπαρξη ατομικής ιδιοκτησίας.
Διαμορφώθηκαν λοιπόν δύο τάσεις, η μια προερχόταν από την καθεστυκυία τάξη και ήθελε το δικαίωμα ψήφου να το έχουν όλοι οι πολίτες, ακτήμονες και γαιοκτήμονες. Η άλλη τάση -αυτή του Καποδίστρια- έθετε την ύπαρξη ατομικής ιδιοκτησίας ως προύπόθεση για το δικαίωμα ψήφου των πολιτών. Γιατί, όμως ο Καποδίστριας επέμενε στην ύπαρξη ατομικής ιδιοκτησίας αφού και ο ίδιος καταλάβαινε ότι με την ενέργεια του αυτή: «ήθελον αποστερήσει του δικαιώματος τούτου το μέγα μέρος των πολιτών», αφού οι περισσότεροι Έλληνες ήταν ακτήμονες; Γιατί ο Καποδίστριας στερούσε το δικαίωμα ψήφου στους ακτήμονες; Γιατί οι πρόκριτοι και οι κοτζαμπάσηδες κόπτονταν για το άνευ προύπόθεσεων διακαίωμα ψήφου; Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να δούμε την κατάσταση που επικρατούσε την εποχή εκείνη.
Οι Τούρκοι είχαν κατά ένα μεγάλο μέρος αποχωρήσει. Οι πρόκριτοι και οι κοτζαμπάσηδες ήλεγχαν μεγάλες εκτάσεις, ενώ ο λαός ήταν ακτήμονας και δούλευε σε αυτούς υπό δύσκολες συνθήκες. Ακόμα και τα καλύβια που ζούσαν δεν τους ανήκαν. Ολα αυτά θα είχαν ως αποτέλεσμα θα είναι να ψηφίζει ο κάθε ακτήμονας ό,τι ο κοτζαμπάσης ήθελε και όποιο εκπρόσωπο επιθυμούσε. Όπως ο Καποδίστριας έγραφε: «όσοι των Ελλήνων πολιτών δεν έχουν ιδιοκτησίαν... ο νόμος, διά του οποίου θέλουν δυνηθή να ενεργώσι το δικαίωμα της ψήφου, δεν θέλει είσθαι πλέον επικίνδυνος απάτη,...» Πράγματι επίκινδυνη απάτη θα ήταν διότι ο ακτήμονας, ο δουλόπαροικος θα εξαρτάται αποκλειστικά απο τον κοτζαμπάση για τον οποίο ζει και αναπνέει.
Στο δίλημμα που υπήρχε: ψηφοφόροι όλοι οι Έλληνες ή ψηφοφόροι οι Έλληνες που είχαν ατομική ιδιοκτησία, ο Καποδίστριας πολύ εύστοχα πρότεινε: Να έχουν ατομική ιδιοκτησία όλοι οι Έλληνες ώστε όλοι να είναι ψηφοφόροι. Και πώς αυτό θα γίνει εφικτό; Για να το πετύχει ο Καποδίστριας, ζήτησε την έγκριση της Γερουσίας ώστε να διανείμει στους ακτήμονες την εθνική γή.
Ο Καποδίστριας έγραφε: «... η Κυβέρνηση θέλει δυνηθή να δώση εις όλους τους ακτήμονας των επαρχιών κατοίκους, μερικά στρέμματα γής. Τούτου γενομένου,... θέλουσιν απολαύση το δικαίωμα της ψηφοφορίας. Άν όμως εισαχθή σύνταγμα πριν ταύτα εκτελεσθώσιν, εις ατομικά μόνον συμφέροντα θέλει χρησιμεύση, και το κράτος του ισχυροτέρου θέλει στηρίξη εις την αμαθίαν και αποκτήνωσιν του πλήθους... Τοιαύτη είναι η ομολογία και πίστις μου περί του μεγάλου τούτου κεφαλαίου των τιμιωτάτων της Ελλάδος συμφερόντων,...».
Τις αρχές του αυτές τις εξέθεσε και στην «Πραγματεία περί της καταστάσεως της Ελλάδος», την οποία απηύθυνε το Νοέμβριο του 1830 προς τον Μιχαήλ Σούτσο, διπλωματικό εκπρόσωπο της Ελλάδας στο εξωτερικό: «Αι αρχαί αύται συνοψίζονται εις μίαν και μόνην: ο Ελληνικός λαός ο οποίος σήμερον αποτελεί μία μάζα ακτημόνων [proletaires], να ανέλθη εις την τάξιν ενός λαού ιδιοκτητών. Ότε ο σκοπός ούτος θα έχη επιτευχθή, η συνταγματική οργάνωσις της Ελλάδος θα είναι όχι μόνον δυνατή, αλλά και εύκολος. Δια του αντιθέτου συστήματος, το οποίον εξυμνούν περισσότερον οι δολοπλόκοι και οι φιλόδοξοι οι ανατραφέντες εις την μουσουλμανικήν σχολήν (εννοεί τους Φαναριώτες), η οργάνωσις αύτη θα έπρεπε να γίνη την στιγμήν ταύτην και το αποτέλεσμα θα ήτο ότι η αναγέννησις του λαού».
Επιπλέον, ο Καποδίστριας θεωρούσε οτι η διανομή της Εθνικής γης στους ακτήμονες ήταν η αρχή για την πορεία της χώρας προς τη συνταγματικότητα και την Εθνική Ενότητα. Ο Καποδίστριας γνώριζε ότι ξένοι πολίτες θα ενδιαφέρονταν να αγοράσουν κτήματα στην Ελλάδα. Από τη στιγμή όμως που υπήρχαν ακτήμονες Έλληνες τότε δίκαια θα αγανακτούσαν. Επίσης κάποιοι καλοθελητές εύστοχα θα τους έλεγαν: «Αφ' ού εθυσιάσθητε ίνα ελευθερωθήτε από τους Τούρκους τους μόνους κτήτορας της γής σας, σείς μεν και σήμερον ακτήμονες εμείνατε, ξένοι δε πάλιν θέλουσι σας κυριεύση, προτιμώμενοι παρά της Κυβερνήσεως, και πρώτοι λαμβάνοντες παρ' αυτής γαίας και ιδιοκτησίας δικαίωμα». Ο Καποδίστριας καταλάβαινε ότι αν δεν εξασφαλισθεί πρώτα ο κάθε Έλληνας πολίτης δεν θα αναπτυχθεί η κοινωνική συνείδηση. Εξασφαλίζοντας τον πολίτη με ένα κομμάτι γης, τον ενεργοποιούσε και τον καθιστούσε υπεύθυνο για την τύχη αυτού του τόπου. Δυστυχώς η διορατικότητα και η λογική του Καποδίστρια δεν έγινε μάθημα για τους συγχρόνους πολιτικούς γιατί παρατηρείται στις μέρες μας να υπαρχουν απο τη μια μεριά χιλιάδες ακτήμονες συμπολίτες μας και απο την άλλη ξένοι πολίτες και εταιρείες ξένων συμφερόντων να αγοράζουν με ξέφρενους ρυθμούς την ελληνική γη.
Χαρακτηριστική ήταν και η συνομιλία του Καποδίστρια με τον Άγγλο, πλοιάρχο Λάγενς επί της φρεγάτας: «Μαδαγασκάρη» περί του συντάγματος και του τρόπου με τον οποίο ο Καποδίστριας έβλεπε τα πράγματα.
- Εγώ όμως, ανεφώνησε εντόνως ο Κυβερνήτης, προσκληθείς να κυβερνήσω τον τόπον τούτον, κλυδωνιζόμενον όσον και το υμέτερον πλοίον εν ώρα τρικυμίας, και να φέρω αυτόν εις λιμένα σωτηρίας, ούτε σκοπώ, ούτε προαιρούμαι να πράξω παρά το καθήκον μου, οφείλω να σώσω και ουχί να καταστρέψω. Εάν δώσετε εις το βρέφος τούτο, προσείπε δακτυλοδεικτήσας τον οκταετή υιόν του πλοιάρχου, ξυράφιον, δεν θα κόμη δι' άγνοιαν τον λαιμόν αυτού; Το αυτό συμβαίνει και επί των αμαθών λαών. Το σύνταγμα ομοιάζει προς ξυράφιον, εις ου την χρήσιν δεν εγυμνάσθησαν έτι αι χείρες των Ελλήνων. Μη λησμονήτε δε ότι η ανατροφή αυτών υπήρξε δουλική.
- Δι' αυτό δη τούτο, διότι δεν λησμονώ πώς ανετράφη, ιδού τι θα έπραττον αν ήμην Κυβερνήτης, θα έδιδον ξυράφιον εις το παιδίον και είτα, κρατών μετά προσοχής την δεξιάν, θα ωδήγουν αυτό πώς να ξυρισθή ίνα μη κοπή.
- Κύριε πλοίαρχε, υπέλαβεν οργισθείς ο Κυβερνήτης, δεν ήλθον εις την Ελλάδα ίνα με χλευάση η Ευρώπη, εγώ μεν χρεωστώ να ξυρίζομαι ενώπιον του βρέφους, αυτό δε να μάθη πώς να μεταχειρίζεται το ξυράφιον ίνα μη κοπή.
Ο θάνατος πρόλαβε τον Καποδίστρια και δεν τελεσφόρησε το ζήτημα της διανομής της γης στους ακτήμονες. Το μόνο που πρόλαβε ήταν να κατοχυρώσει με το ψήφισμα ΙΗ' της 26 Αυγούστου 1830 την κυριότητα των κολίγων επί των καλυβών που έμεναν και του συναφούς εδάφους ώστε να μην τους τα πάρουν και αυτά: «Αι περί ων ο λόγος καλύβαι ή οικίαι, τα ερείπια και το έδαφος, επί το οποίο υπήρχον ή υπάρχουσιν αι καλύβαι αύται ή τα ερείπιά των, λογίζονται ιδιοκτησία των γεωργών, οι οποίοι κατώκουν εις αυτάς και προ της επαναστάσεως, ή των κληρονόμων αυτών...».
Άξιο αναφοράς αποτέλεσε η μέριμνα του Καποδίστρια να διασφαλίσει στον τομέα της Δημόσιας Διοίκησης την απρόσκοπτη λειτουργία των Δημοσίων υπαλλήλων. Απαίτησε απο όλους τους Δημοσίους υπαλλήλους να έχουν πίστη στο Εθνος , να μην ανήκουν σε καμμία «μυστική εταιρεία» και να μην δεσμεύονται απο όρκους που πιθανόν είχαν κάνει. Εκρουσε τον κίνδυνο οτι μυστικές εταιρείες προσπαθούν να προσελκύσουν μέλη προς ίδιο όφελος και με απότερο σκοπό να βλάψουν το Έθνος για να ικανοποιήσουν τους σκοτεινούς σκοπούς τους. Παραγγέλει στους αρμοδίους να νουθετήσουν όσους απο άγνοια μετείχαν σε τέτοιες εταιρείες και το συντομοτέρο να αποκοπούν. Όσοι δεν συμορφωθούν θα απολύονται από τον Δημόσιο Τομέα. Οι εγκύκλιοι αυτοί με αριθμό 2953 Μυστική Εγκύκλιος προς το Πανελλήνιο και η υπό αριθμό 4286 η οποία δημοσιεύθει στην Γενική εφημερίδα της Κυβερνήσεως αποτελούν ένα αδιαμφισβήτητο στοιχείο οτι ο Καποδίστριας όχι μόνο δεν ήταν μασόνος - όπως πολλοί ελαφρά την καρδία τον κατηγορούν - αλλά είχε καταλάβει την μεγάλη ζημιά όπου οι μυστικές εταιρείες και οι μασονικές στοές ενεργούσαν στο Έθνος. Δεν θα ήταν δυνατόν ένας μασόνος να απαγόρευε την συμμετοχή άλλων σε μασονικές Στοές με ποινή μάλιστα απολύσεως από την εργασία τους. Προώθησε μάλιστα την σύνταξη όρκου στον οποίο θα ορκίζονταν όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα μόλις μηνά μετά την δημοσίευση της δευτέρας εγκυκλίου ο Καποδίστριας δολοφονείται και η απομάκρυνση των σχετιζόντων με τη μασονία δημοσίων υπαλλήλων δεν έγινε ποτέ.
Με την δολοφονία του σταμάτησε το τιτάνιο έργο της ανασύστασης του Ελληνικού κράτους διότι με τον ερχομό των Βαυαρών άλλαξε τελείως το πρόγραμμα του Καποδίστρια: «Κατά το νέον τούτο σύστημα (των Βαυαρών), οι μέν φόροι καταναλίσκονται ως επί το πολύ εις τας ανάγκας και την πολυτέλειαν της πρωτευούσης του Δήμου, η δε παιδεία, η οδοποιία, οι Ναοί, η υγεία παραμελούνται, και ο φόρος του αίματος βαρύνει προ πάντων τα χωρία. Και όμως, αυτοί εκείνοι οίτινες κατέκρινον τας Δημογεροντίας του Κυβερνήτου, διερράγησαν βοώντες ότι ουδείς νόμος ελευθερώτερος του διέποντος τα δημοτικά της Ελλάδος».