Μιχαλάκης ἐπῆγε μιὰ ἡμέρα στὸ μπακάλικο νὰ ἀγοράσῃ μὲ δυὸ αὐγὰ ἕνα τετράδιο.

- Καλημέρα, κύριε Θάνο, ἐχαιρέτισε τὸν μπακάλη ὁ μικρός. Σὲ παρακαλῶ νὰ μοῦ δώσῃς ἕνα τετράδιο.

- Τὰ τετράδια, παιδί μου, ἔχουν τρία αὐγά. Νὰ μοῦ φέρῃς ἀκόμα ἕνα.

- Ὁ ἄλλος μπακάλης τὰ πωλεῖ δυὸ αὐγά. Ἄν δὲν μοῦ δώσῃς ἐσύ, θ᾽ἀγοράσω ἀπὸ ἐκεῖνον, εἶπεν ὁ Μιχαλάκης.

Ὁ κύριος Θάνος, ἅμα εἶδε, πὼς ὁ μικρὸς θὰ τοῦ ἔφευγε, ἐπῆρε τ’ αὐγὰ καὶ ἄρχισε νὰ τὰ κοιτάζῃ προσεκτικά. tetradio

- Μήπως εἶναι κλούβια ἢ ραγισμένα καὶ μοῦ τὰ ἔφερες; εἶπε στὸ Μιχαλάκη.

- Ὄχι. Εἶναι γερὰ καὶ φρέσκα. Τὰ ἐγέννησαν οἱ κοττοῦλές μας, εἶπεν ὁ μικρός.

Ἀφοῦ ὁ μπακάλης ἐβεβαιώθηκε, πὼς εἶναι γερά, τὰ ἔβαλε στὸ ράφι κι ἔδωκε στὸ Μιχαλάκη τὸ τετράδιο. Ὁ μικρὸς τὸ ἐπῆρε καὶ ἄρχισε νὰ τὸ κοιτάζῃ.

- Τί τὸ κοιτᾷς; καινούργιο εἶναι, τοῦ εἶπεν ὁ μπακάλης.

- Καὶ τὰ αὐγά, ποὺ σοῦ ἔδωκα ἐγώ, ἦταν φρέσκα, μὰ ἐσὺ τὰ ἐκοίταζες. Τὸ ἲδιο τώρα θὰ κάμω κι ἐγὼ μὲ τὸ τετράδιο.

Καὶ ἀφοῦ τὸ παρετήρησε προσεκτικὰ καὶ εἶδε, πὼς εἶναι καλό, τὸ ἐπῆρε καὶ ἔφυγε.

Ὅταν ὁ Μιχαλάκης ἔφυγε, ὁ Ἀνέστης, ποὺ ἔτυχεν ἐκεῖ, εἶπε σὲ μερικοὺς πελάτες, ποὺ ἦταν καὶ αὐτοὶ στὸ μπακάλικο.

- Τέτοια παιδάκια ἔξυπνα, πῶς νὰ μὴν τὰ χαίρεσαι; Εἶναι ποτὲ δυνατὸν ὁ Μιχαλάκης νὰ μὴν προοδεύσῃ στὴ ζωή του;

 

Πηγή: ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ B' Δημοτικού 1963