Εἶναι παραμονὴ τῆς Πρωτοχρονιᾶς. Τὰ παιδιὰ εἶναι ὅλο χαρά. Φθάνει ὁ Ἅγιος Βασίλης, ὁ γελαστὸς παπποὺς μὲ τὸ σκουφὶ καὶ μὲ τὴν παράξενη φορεσιά. Ἔρχεται καταφορτωμένος. Ὁλόκληρο σακκὶ ἔχει στὴ ράχι του. Καὶ τί δὲν ἔχει μέσα στὸ σακκί! Σφυρίχτρες, στρατιωτάκια, κοὗκλες μεγάλες, κοῦκλες μικρές, ποδηλατάκια. Γιὰ κάθε παιδὶ ἔχει καὶ ἕνα δῶρο. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὰ παιδιὰ τὸν περιμένουν καὶ τὸν τραγουδοῦν :
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιὰ
κι ἀρχὴ καλός μας χρόνος,
Ἅγιο - Βασίλης ἔρχεται
ἀπὸ τὴν Καισαρεία.
Βαστᾷ εἰκόνα καὶ χαρτί,
χαρτὶ καὶ καλαμάρι.....
Ὅλοι οἱ δρόμοι εἶναι γεμᾶτοι κόσμο. Παιδιὰ μὲ τρουμπέτες, μὲ μπαλόνια, μὲ ποδηλατάκια, μὲ κοῦκλες, μὲ ὅ,τι νὰ εἰπῇς, γυρίζουν χαρούμενα. Ὅπου στρέψεις τὰ μάτια, βλέπεις κόσμο. Τὰ μαγαζιὰ γεμᾶτα. Ἄλλοι μπαίνουν, ἄλλοι βγαίνουν. Δὲν προφθάνουν νὰ πωλοῦν οἱ καταστηματάρχαι.
- Χρόνια πολλά, Λεωνίδα! Εὐτυχισμένος ὁ καινούργιος χρόνος!
- Καλὴ χρονιά, Νικολάκη!
Οἱ χαιρετισμοὶ καὶ οἱ εὐχὲς δίνουν καὶ παίρνουν. Ὅλοι εἶναι χαρούμενοι, ποὺ εἶναι ἡ μεγάλη αὐτὴ ἑορτή.
Στὸ σπίτι ἡ μητέρα ἓχει ἑτοιμάσει τὴν βασιλόπιττα. Ὅταν ὅλοι μαζευθοῦν στὸ τραπέζι, ὁ παπποὺς θὰ τὴν κόψῃ σὲ κομμάτια. Θὰ κὰμῃ πρῶτα τὸ σταυρό του, θὰ εἰπῇ χρόνια πολλὰ καὶ θὰ τὴν μοιράσῃ.
Ἕνα κομμάτι γιὰ τὸν Χριστό, ἕνα γιὰ τὸν Ἅγιο - Βασίλη, τρίτο γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἕνα γιὰ τὸν πατέρα, ἕνα γιὰ τὴν μητέρα. Ὡς καὶ γιὰ τὸν ξενιτεμμένο ἀδελφὸ θὰ κόψῃ κομμάτι ὁ παππούς.
Μὰ ποιὸς θὰ εἶναι ὁ τυχερὸς νὰ βρῇ τὸ φλωρί, ποὺ εἶναι στὴ βασιλόπιττα; Ἡ Κούλα καὶ ὁ Παντελάκης ὅλο γι’ αὐτὸ συζητοῦν.
Πηγή : Αναγνωστικό Β΄Δημοτικού 1963