Τὴν ἄλλη ἡμέρα, τὴν ὥρα ποὺ τὰ παιδιὰ θὰ ἔμπαιναν στὴν αἴθουσα, ἕνα ἀπ’ αὐτά, ὁ Χαρίλαος, ἔκαμε κάτι, ποὺ δὲν ἦταν σωστό.
Εἶχε ξεχάσει, φαίνεται, πὼς ἔπρεπε νὰ μπαίνῃ μὲ τάξι καὶ ἡσυχία. Καἱ ἐστρύμωξε δυὸ μικρούς, τὸν Ἅνδρέα καὶ τὸν Νῖκο, στὸν τοῖχο. Τοὺς ἔκαμε νὰ πονέσουν.
Στὸ δάσκαλο ἔκαμε κακὴ ἐντύπωσι αὐτό, ποὺ ἔγινε. Ἐπεριποιήθηκε τοὺς μικροὺς κι ἔκαμε παρατηρήσεις σ’ αὐτόν, ποὺ ἔφταιξε.
- Δὲν τὸ ἐπερίμενα ποτὲ αὐτὸ ἀπὸ ἐσένα, Χαρίλαε. Μεγάλος μαθητὴς ἐσύ, νὰ εἶσαι τόσο ἀπρόσεκτος! Νὰ μὴ ξέρῃς πῶς βγαίνουν καὶ πῶς μπαίνουν στὴν αἴθουσα! Τί νὰ τὰ κάνωμε, παιδί μου, τὰ γράμματα, ὅταν λείπῃ ἡ καλὴ συμπεριφορά;
Τὶς παρατηρήσεις αὐτὲς τὶς ἐπρόσεξαν καὶ οἱ ἄλλοι μαθηταί. Καί, σὰν παιδιὰ φιλότιμα, ἐσκέφθηκαν νὰ μὴ ξανασυμβῇ αὐτὸ. Ἕνας μεγάλος μαθητής, ὁ Παναγιώτης, εἰπε: - Παιδιά! στὰ διαλείμματα ν’ ἀφήνωμε τοὺς μικροὺς νὰ περνοῦν πρῶτοι καὶ ν᾽ ἀκολουθοῦμε οἱ μεγάλοι. Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ τοὺς σπρώχνωμε καὶ νὰ τοὺς κάνωμε νὰ πονοῦν.
Τὴν ἄλλη ἡμέρα πάλι ἕνας κύριος ἔφερεν ἕνα μικρόν, τὸν Δημητράκη, κρατῶντάς τον ἀπὸ τὸ χέρι. Ὁ δάσκαλος μὲ τ’ ἄλλα παιδιὰ τὴν ὥρα ἐκείνη ἦταν στὴν αἴθουσα.
- Μὲ συγχωρεῖτε, ποὺ σᾶς διακόπτω, εἶπεν ὁ κύριος. Ἀλλ’ ἐνόμισα, πὼς ἔπρεπε νὰ ὁδηγήσω ἐδῶ αὐτὁν τὸν μαθητή σας. ῎Επαιζε μὲ τοὺς βώλους στὴ μέση τοῦ δρόμου. Καί, καθὼς ἐπήγαινε μὲ καλπασμὸ ἕνα ἄλογο, παρ’ ὀλίγο θὰ τὸν ἐπατοῦσε.
῾0 δάσκαλος εὐχαρίστησε τὸν κύριο, ποὺ εἶχε τὴν καλωσύνη νὰ περιμαζέψῃ τὸν μικρόν. 10 Ἕδωκε μερικὲς συμβουλὲς στὸ παιδάκι καὶ τὸ ἔβαλε νὰ καθίσῃ στὴ θέσι του.
Τὸ πρᾶγμα ὅμως ἔκαμε καὶ στὰ μεγάλα παιδιὰ καὶ στὸ δάσκαλο ἐντύπωσι.
Πηγή: ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ Β' Δημοτικού 1963