Εἶναι τώρα λίγες μέρες, ποὺ στὸ σχολεῖο μιλοῦν γιὰ τὴ μεγάλη γιορτή, ποὺ πλησιάζει.

Χριστούγεννα!

Τὰ παιδιὰ μαθαίνουν πολλὰ ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου.

Ἄκουσαν γιὰ τὸ ὁλόλαμπρο ἀστέρι, ποὺ χρύσωσε μὲ τὸ φῶς του ὅλη τὴ φύση, γύρω στὸ ταπεινὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ.

Ἄκουσαν γιὰ τὶς γλυκὲς ψαλμωδίες τῶν ἀγγέλων. Ἔμαθαν γιὰ τοὺς καλοὺς βοσκούς, ποὺ εἶχαν τὴν τύχη, πρῶτοι - πρῶτοι ἐκεῖνοι ἀπ’ ὅλους τοὺς  ἀνθρώπους, νὰ ἰδοῦν τὸ ΧΡΙΣΤΟ!

Ἄρεσε πολὺ στὰ παιδιά, ἅμα ἄκουσαν μὲ πόσο σεβασμὸ ἔτρεξαν οἱ καλοὶ βοσκοί, γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸ Χριστούλη μέσα στὴ φτωχικὴ καὶ  μουχλιασμένη σπηλιά.

᾽Εδιάβασαν μαζὶ μὲ τὸ δάσκαλό τους σχετικὲς ἱστορίες ἀπὸ διάφορα βιβλία.

Ἔμαθαν ἀκόμη, πὼς οἱ άχτῖνες, ἀπὸ τὸ χρυσὸ ἀστέρι, ἔφτασαν πολὺ μακρυὰ καὶ φώτισαν τοὺς τρεῖς μάγους.

magoi

Ὁ δάσκαλος παρουσίασε στὰ παιδιὰ ὡραῖες ζωγραφιές, ποὺ ἔδειχναν τοὺς τρεῖς μάγους μὲ τὰ μακρυὰ ἄσπρα μαλλιά.

Σ’ ἕνα βιβλίο ἐδιάβασαν, πὼς οἱ μάγοι:

Ξεκίνησαν ἀπὸ τὰ κάστρα τους μακρυὰ καὶ πῆγαν νὰ βροῦν τὸ Μεγάλο Βασιλιά. Πέρασαν κάμπους, πέρασαν κι’ ἀπὸ γκρεμούς.

Διαβῆκαν ἐμπρὸς ἀπὸ φίλους κι ἀπ’ ἐχθρούς.

Κι ὑπόφεραν πολύ. Κουράστηκαν σκληρά.

Μὰ τ’ ἄστρο φώτιζε τὸ δρόμο τους μπροστά.

῏Ηρθαν τέλος στὸ σπήλαιο τὸ μακρυνό.

Κι ηὖραν, σὰ βρέφος ἐκεῖ μέσα τὸ Χριστό!...

Πέσανε καὶ τὸν προσκυνήσανε πιστά· κι ὅλοι δῶρα τοῦ πρόσφεραν βασιλικά. Σμύρνα τοῦ πρόσφεραν, Λιβάνι καὶ Χρυσό. Στὸν ᾽Ηρώδη, κρύψαν,  πὼς ηὗραν τὸ Χριστό.

Πηγή : Αναγωνστικό Β' Δημοτικού 1949