poylia

- Καὶ τὰ πουλιὰ πηγαίνουν στὸ σχολεῖο κάθε πρωί! ῎Ελεγε μιὰν ἡμέρα ὁ δάσκαλος στὴν τάξη τῆς Φρόσως. ᾽Εκεῖνο ὅμως τὸ σχολεῖο οὔτε τοίχους ἔχει, σὰν τὸ δικό μας, οὔτε στέγη. Στέγη του εἶναι ὁ οὐρανὸς καὶ πάτωμά του τὰ κλαδιὰ μιᾶς μεγάλης βελανιδιᾶς στὸ λιβάδι.

Δάσκαλος εἶναι ὁ κὺρ Κότσυφας, μὲ τὴν ὄμορφη μαύρη του φορεσιὰ καὶ μὲ τὴ μελωδική του φωνή. Μόλις σφυρίξη, ὅλοι οἱ φτερωτοὶ μαθητές του τὸν τριγυρίζουν καὶ τὸ μάθημα ἀρχίζει. Κάθε ἕνας μαθητὴς λέει τὸ μάθημά του:

- Τσίου, τσίου, τσίου, τσί.

- Τίρι, λίρι, τίρι, λίρι, τίρι, λί.

- Τιού, τιού, τιού, τιού.

- Σπίν, σπίν, σπίν.

Καὶ ὁ καθένας ἐξηγεῖ μὲ τὸ δικό του τρόπο, πῶς βρίσκει τοὺς σπόρους καὶ πῶς πιάνει τὰ ἔντομα καὶ τὰ σκουλήκια.

Ὁ πιὸ χαρούμενος μαθητὴς εἶναι ὁ Σπίνος μὲ τὸ πρασινοκίτρινο πανωφόρι του. Νομίζει, πὼς εἶναι πάντα ἄνοιξη. Πολὺ προσεχτικὴ μαθήτρια εἶναι ἡ χαριτωμένη Καρδερίνα, μὲ τὸ κόκκινο φεσάκι στὸ κεφάλι καὶ μὲ τὰ χρυσὰ γαλόνια. ῾Ο Κοκκινολαίμης ὅλο καμαρώνει τὸ ὄμορφο γελέκο του καὶ γι’ αὐτὸ γίνεται πολλὲς φορὲς ἀπρόσεκτος.
῾Η ἔξυπνη Κίσσα, πάλι, μὲ τὸ λοφίο στὸ κεφάλι, ὅλο γιὰ τὸ δάσος μιλεῖ.

Ὁ Κόρακας συχνὰ θυμᾶται τὸ μύθο τῆς πονηρῆς ἀλεποῦς καὶ τοῦ τυριοῦ. Τὸ χελιδόνι διηγεῖται τὰ ταξίδια του. Ὁ Κορυδαλλός, μὲ τὸ λοφίο κι αὐτὸς στὸ κεφάλι, ψάλλει τὴ χαρὰ ποὺ νιώθει, ὅταν ὁρμᾶ σὰν βέλος ψηλὰ στὸν οὐρανὸ ἢ ὅταν κατεβαίνη σὰν πέτρα κάτω στὸ χωράφι.

Ἄς μὴν ξεχάσωμε καὶ τὸν Κοῦκο, τὸν τεμπέλη, μὲ τὸ μονότονο τραγούδι του, καθὼς καὶ τὸν πονηρὸ Σπουργίτη. Μὰ οἱ μαθητὲς καὶ οἱ μαθήτριες αὐτοῦ τοῦ σχολείου εἶναι τόσοι, ποὺ χρειάζεται πολλὴ ὥρα, γιὰ νὰ τοὺς ἀραδιάσωμε ὅλους.

Ὅταν τὸ μάθημα τελειώση, τὸ ἀηδόνι, ντυμένο φτωχικα, κοιτάζει μὲ τὰ ἔξυπνα ματάκια του καὶ ἀρχίζει ἕνα μελωδικὸ τραγούδι, ποὺ κανένα πουλὶ δὲν τὸ φτάνει.

Τότε καὶ ὁ κὺρ Κότσυφας σφυρίζει ἄλλη μιὰ φορὰ καὶ ὅλα τὰ πουλιὰ σὰν ἀστραπὴ σκορποῦν στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ οὐρανοῦ.

Πηγή  : Αναγνωστικό Β' Δημοτικού 1948