Γολγοθάς

«Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου...»

Συνεκινήθη καὶ συνετρίβη κάθε χριστιανικὴ καρδιὰ χθὲς τὸ βράδυ εἰς τὰς ἐκκλησίας. Καὶ αὐτοὶ ἀκόμη οἱ ψυχροὶ καὶ ἀδιάφοροι ἐσύρθησαν  ἕως ἐκεῖ ἀπὸ κάποιαν μυστηριώδη δύναμιν. «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας!»

Ὁ ἱερεὺς κρατεῖ τὸν ᾽Εσταυρωμένον εἰς τὰς χεῖρας του, ἀπαγγέλλει τοὺς συγκινητικοὺς ὕμνους καὶ κλαίει ἀπὸ συγκίνησιν. Δάσος  ὁλόκληρον χριστιανικῶν χειρῶν ἐκινήθησαν, διὰ νὰ κάμουν τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ καὶ χιλιάδες ὀφθαλμῶν ἐβούρκωσαν.

Μέσα εἰς τὴν γενικὴν συγκίνησιν, τὰ μυρωμένα σύννεφα τοῦ μοσχολιβάνου, ὁ ἱερεὺς προχωρεῖ βραδέως.

«Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται ὁ τῶν ἀγγέλων βασιλεύς...»

Οἱ χριστιανοὶ μὲ τὴν φαντασίαν των ἔρχονται εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ παρακολουθοῦν τὸ δρᾶμα τῶν Παθῶν. Φθάνουν εἰς τὸ Πραιτώριον καὶ  βλέπουν τὸν Χριστὸν εἰς τὸ λιθόστρωτον ἐνδεδυμένον τὴν κοκκίνην χλαμύδα, στεφανωμένον μὲ τὸν ἀκάνθινον στέφανον καὶ  διάβροχον ἀπὸ τὸν ἱδρῶτα τῆς ἀγωνίας.

Σὲ λίγες ἡμέρες ἦλθεν ἡ Μεγάλη Παρασκευή.

Οἱ καμπάνες ἐκτυποῦσαν πένθιμα.

Ἡ Δαφνούλα καὶ ὁ Κωστάκης ἐρώτησαν τὴν μητέρα τους γιὰ τὴν ἡμέρα αὐτή. Ἐκείνη τοὺς εἶπε :

- Σήμερα, παιδιά μου, ἡ ἡμέρα εἶναι πολὺ λυπητερή. Σὰν σήμερα ἐσταυρώθηκεν ὁ Χριστός μας. Τὸ μεσημέρι θὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία νὰ  προσκυνήσωμε τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ τὸν Ἐπιτάφιο. Ἐλᾶτε τώρα μαζί μου κάτω στὸ περιβόλι.

Σὲ λίγο, καθισμένη μὲ τὰ παιδιά της ἡ μητέρα στὴ ρίζα μιᾶς ἀμυγδαλιᾶς, τοὺς ἔλεγε πῶς ἐπρόδωσε τὸν Χριστὸ ὁ Ἰούδας. Ὕστερα τοὺς  διηγήθηκε καὶ πῶς τὸν ἔπιασαν, τὸν ἐδίκασαν καὶ τὸν ἐσταύρωσαν.Επιτάφιος

Μεγάλη Δευτέρα, ο Χριστός στη μαχαίρα.
Μεγάλη Τρίτη, ο Χριστός εκρύφτη.
Μεγάλη Τετάρτη, ο Χριστός εχάθη.
Μεγάλη Πέμπτη, ο Χριστός ευρέθη.
Μεγάλη Παρασκευή, ο Χριστός στο καρφί.
Μεγάλο Σαββάτο, ο Χριστός στον τάφο.
Μεγάλη Λαμπρή αυγό και αρνί

- Πότε κιόλας ἐπερασεν η Σαρακοστή; Πότε ἔφθασεν ἡ Μεγάλη ῾Εβδομάδα; Καθόλου δὲν ἐκατάλαβα, εἶπεν ἡ μητέρα στὴ Δαφνούλα καὶ στὸν Κωστάκη, τὰ παιδιά της

Ἡ Δαφνούλα τὴν ἐρώτησε:

- Γιατί, μητέρα, αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα τὴν λέγομε Μεγάλη;

- Γιατί, παιδί μου, τὶς ἡμέρες αὐτὲς ἔπαθε πολλὰ ὁ Χριστὸς ἀπὸ κακοὺς ἀνθρώπους καὶ στὸ τέλος τὸν ἐσταύρωσαν.

Τὴν ὥρα ἐκείνη κάτω στὸ δρόμο τὰ παιδιὰ ἐχαλοῦσαν τὸν κόσμο ἀπὸ φωνές. Ἦταν ὁ Φώτης, ὁ Ἀλέκος καὶ ἄλλα γειτονόπουλα αὐτά, ποὺ ἐφώναζαν. Τί γέλια! Τί ξεφωνητά!Τί κακό!

Εἰς τὴν μητέρα ἐφάνηκε πολὺ ἄπρεπο αὐτό. Τέτοια ἡμέρα λυπητερὴ νὰ φωνάζουν τὰ παιδιὰ τόσο! Κατέβηκε γι’ αὐτὸ κάτω καὶ τοὺς εἶπε μερικὲς κουβέντες πολὺ φρόνιμες:Παπαρούνες

- Ἄν εἴχατε, παιδιά μου, στὸ σπίτι σας κάποιον δικό σας νὰ ὑποφέρῃ, θὰ ἐκάνατε ὅ,τι κάνετε τώρα; Θὰ ἐγελούσατε, θὰ ἐτρέχατε, θὰ ἐγεμίζατε τὸν κόσμο ἀπὸ ξεφωνητά;

Τὰ παιδιὰ δὲν ἤξεραν γιατί τοὺς ἔλεγε αὐτὰ καὶ ἐκοίταζαν σιωπηλά. Μονάχα ὁ Τάκης τῆς εἶπε:

- Μὰ ἐμεῖς δὲν ἔχομε κανένα δικό μας νὰ ὑποφέρῃ. Γιατί νὰ μὴ γελοῦμε καὶ νὰ μὴ φωνάζωμε;

- Καὶ ὅμως, παιδιά μου! Ἔχομε κάποιον πολὺ δικό μας, ποὺ ὑποφέρει! Ἔχομε τὸ Χριστό μας. Ὅλη αὐτὴ τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα ὑποφέρει, βασανίζεται, σταυρώνεται. Ἐμεῖς, σὰν Χριστιανοί, δὲν εἶναι σωστὸ νὰ μὴν νοιώθωμε τὸν πόνο του. Αὐτὸς γιὰ μᾶς ἐσταυρώθηκε.

Ἡ μητέρα δὲν τοὺς εἶπε ἄλλο τίποτε καὶ ἀνέβηκε πάλι στὸ σπίτι. Τὰ παιδιὰ ὅμως ἐκατάλαβαν τὸ σφάλμα τους καὶ ἐσιώπησαν. Ὁ Ἀλέκος  μάλιστα, ποὺ ἧταν ἀπ᾽ ὅλους μεγαλύτερος, ἐλυπήθηκεν ἀκόμη πιὸ πολύ.

- Ἀλήθεια, παιδιά: Ἔπρεπε νὰ τὸ συλλογισθοῦμε καὶ μόνοι μας αὐτό. Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ κτυποῦν οἱ καμπάνες, νὰ ἔχωμεν ἀγρυπνίες, νὰ  εἶναι Μεγάλη Ἑβδομάδα κι ἐμεῖς νὰ ξεφωνίζωμε. Ὄλες αὐτὲς τὶς ἅγιες ἡμέρες πρέπει νὰ εἴμεθα προσεκτικοί. Νὰ πηγαίνωμε στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ παρακολουθοῦμε μὲ εὐλάβεια τὶς ἱερὲς τελετές. 

Πηγή : Αναγνωστικό Β'Δημοτικού 1963

Τρείς Ιεράρχες

 

Μέρα τρανή κι επίσημη προβάλλει,
έφεξε των Γραμμάτων η γιορτή.
Οι τρείς μας Ιεράρχες οι μεγάλοι
γιορτάζουν σήμερα συντροφιαστοί.

Βασίλειος,καύχημα της Καισαρείας,
της πίστης βράχος,μύστης θαυμαστός.
Πλάι του ο Γρηγόριος της Θεολογίας
κήρυκας, φάρος του άσβεστου φωτός.

Κι ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος,γιγάντιος
και αστείρευτος του λόγου ποταμός.
Της απιστίας ο άνεμος ο ενάντιος
στης πίστης τους τον πύργο σπάει εμπρός.

Τρείς ήλιοι,τρείς παμμέγιστοι φωστήρες
πάνω απο την νυκτωμένη φέγγουν Γη,
άξιοι οδηγοί,ιεροί ψυχοσωτήρες
κάθε σοφίας κι αρετής πηγή.

Φιλιώσανε την πίστη με την γνώση
φέραν την Γη κοντά στον ουρανό.
Κι άδολη αγάπη, η πίστη τους η τόση
πάντα μπροστά μας άστρο φωτεινό.